Πρακτικά Συνεδριάσεων Βουλής, σχετικά με μέτρα υπέρ προσφύγων ομογενών, 1958

Πρακτικά Συνεδριάσεων Βουλής, τοποθέτηση Θ. Τουρκοβασίλη για εκτοπισμένους εμφυλίου, 19-12-1947
6th August 2019
Ερώτηση βουλευτή Δράμας Π. Κάβδα προς Υπουργό Γεωργίας Στ. Αλλαμανή σχετικά με αίτημα εγκατάστασης ομάδας προσφύγων από την ΕΣΣΔ σε περιοχή του νομού Δράμας, 8/4/1952
6th August 2019
1950-1989

Πρακτικά Συνεδριάσεων Βουλής, σχετικά με μέτρα υπέρ προσφύγων ομογενών, 1958

Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου πολλοί ομογενείς που κατοικούσαν στις ανατολικές χώρες κατέφυγαν στην Ελλάδα για πολιτικούς λόγους ή επειδή διώκονταν. Συγχρόνως, η επιδείνωση των σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας, με αποκορύφωμα τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1955 στην Κωνσταντινούπολη, προκάλεσαν ένα επιπλέον κύμα προσφύγων από την Κωνσταντινούπολη και τα νησιά Ίμβρο και Τένεδο. Οι ελληνικές κυβερνήσεις από τη μία επιχειρούσαν να διευκολύνουν την επαγγελματική αποκατάσταση των ομογενών προσφύγων στην Ελλάδα, από την άλλη όμως επεδίωκαν να συγκρατηθούν οι εκτός επικρατείας ελληνικοί πληθυσμοί στους τόπους που ζούσαν και να μην τους ενθαρρύνουν να εγκαθίστανται στην Ελλάδα. Τα μέτρα που έλαβαν ήταν αποσπασματικά, ακριβώς γιατί προσπαθούσαν να ισορροπήσουν ανάμεσα σε αυτούς τους αποκλίνοντες στόχους. Το 1958 πραγματοποιήθηκε στη Βουλή συζήτηση με αφορμή την πρόταση για νομοθετική κατοχύρωση διαφόρων Υπουργικών Αποφάσεων του παρελθόντος (1951, 1952, 1954) που έδιναν το δικαίωμα σε ομογενείς πρόσφυγες από την Αλβανία και την Κύπρο να διορίζονται, παρότι δεν είχαν ελληνική ιθαγένεια, στο δημόσιο και σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Το σχετικό νομοσχέδιο της Κυβέρνησης Κ. Καραμανλή (ΕΡΕ) προέβλεπε την επέκταση των μέτρων και σε ομογενείς πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο.
Στα σχετικά αποσπάσματα, επιλέχθηκαν χαρακτηριστικές παρμεβάσεις από τους: Ισαάκ Λαυρεντίδη (βουλευτής Σερρών, ΕΡΕ), Ε. Λουλακάκη (βουλευτής Ηρακλείου, Κόμμα Φιλελευθέρων), Ιωάννη Ζίγδη (βουλευτής Δωδεκανήσου, Κόμμα Φιλελευθέρων), Λ. Μπουρνιά (βουλευτής Χίου, ΕΡΕ), Θ. Δούκα (βουλευτής Ξάνθης, ΕΡΕ), Π. Καλλιγκάτση (βουλευτής Πέλλης, ΕΡΕ), Κ. Ράλλης (βουλευτής Αθηναίων, ΕΡΕ), Ηλία Ηλιού (βουλευτής Λέσβου, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΕΔΑ).

Πρακτικά Συνεδριάσεων Βουλής, Επίσημα Πρακτικά της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής του άρθρου 35 του Συντάγματος

Συνεδρίασις Β΄, Πέμπτη, 10 Ιουλίου 1958

[...]
Πρόεδρος: Εφ' άπαξ συζήτησις επί της αρχής των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου Ν.Δ. «περί κυρώσεως των υπ' αριθ. 195/16.2.51, 344/29.3.52, 158/27.2.54 και 809/8.6.54 πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου αφορωσών τον διορισμόν Βορειοηπειρωτών και Κυπρίων εις Δημοσίας θέσεις και θέσεις οργανισμών Δημοσίου Δικαίου, επεκτάσεως του μέτρου τούτου και επί των ομογενών αλλοδαπών προερχομένων εκ Κωνσταντινουπόλεως και εκ των νήσων Ίμβρου και Τενέδου και μισθώσεως καταλλήλου χώρου προς στέγασιν των γραφείων του εν Ελλάδι Κλιμακίου της προσωρινής Διακυβερνητικής Επιτροπής Μεταναστεύσεως εξ Ευρώπης».
Ο εισηγητής της πλειοψηφίας κ. Λαυρεντίδης έχει τον λόγον.
Ι. Λαυρεντίδης: Κύριε πρόεδρε, το υπό κρίσιν σχέδιον Ν. Δ. είναι εντελώς τυπικόν, σκοπεί δε εις την κύρωσιν τεσσάρων πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου αίτινες εξεδόθησαν κατά τα έτη 1951-1954 και δια των οποίων προεβλέπετο η παραχώρησις εργασίας εις τους ομογενείς εκ Βορείου Ηπείρου και Κύπρου. Το μέτρον τούτο επεκτείνεται και εις τους ομογενείς τους προερχομένους εκ Κωνσταντινουπόλεως και εκ των νήσω Ίμβρου και Τενέδου. Επαναλαμβάνω, ότι το υπό κρίσιν σχέδιον Ν. Δ. είναι εντελώς τυπικόν και εισηγούμαι την επιψήφισίν του.
Πρόεδρος: Ο εισηγητής της μειοψηφίας κ. Λουλακάκης έχει τον λόγον.
Ε. Λουλακάκης: Κύριοι συνάδελφοι, δια του υπό κρίσιν σχεδίου Ν. Δ. εισάγονται προς κύρωσιν πράξεις του Υπουργικού Συμβουλίου. Επ' αυτού δύο τινά έχει τις να παρατηρήση.
Πρώτον ότι η Νομοθετική εξουσία ανήκει εις την Βουλήν και εις τον Βασιλέα και ότι αυτοί είναι οι φορείς της. Το άρθρον 35 του Συντάγματος επιτρέπει κατ' εξαίρεσιν, όπως δι' αποφάσεως της Επιτροπής ο Βασιλεύς δύναται διαρκούσης της βουλευτικής περιόδου, κατά τον χρόνον της απουσίας της Βουλής ή της διακοπής των εργασιών αυτής να προβαίνη εις την έκδοσιν Νομοθετικών Διαταγμάτων υπό την προϋπόθεσιν του εξαιρετικώς επείγοντως. Δεν υπάρχει επομένως κενόν ώστε να εκδίδη πλέον η Κυβέρνησις εις εκτάκτους περιστάσεις αναγκαστικούς νόμους. Η επινόησις των πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου, μη προβλεπομένη συνταγματικώς, αποτελεί άκρως επικίνδυνον νομοθετικήν μηχανήν, ουδαμού στηριζομένην. Και πρέπει να σταματήση ο τρόπος αυτός της ευχερούς νομοθετικής παραγωγής, η οποία δημιουργεί νομικούς και συμβατικούς κανόνας και αναγκάζει εκ των υστέρων την Βουλήν ή την Επιτροπήν του άρθρου 35 του Συντάγματος να τους κυρώση δια νόμου.
Η δευτέρα παρατήρησις είναι ότι συζητούνται πράξεις Υπουργικού Συμβουλίου εκδοθείσαι από του 1951-1954 και αι οποίαι έρχονται μόλις σήμερον προς κύρωσιν και δεν δικαιολογείται ποσώς η καθυστέρησις αύτη, η οποία δημιουργεί απαραδέκτους εκκρεμότητας. όσον αφορά τους ομογενείς ως και ο προλαλήσας συνάδελφος κ. Λαυρεντίδης είπε, συμφωνώ με την λήψιν μέτρων δια την παροχήν δικαιώματος διορισμού εις δημοσίας θέσεις παρά την έλλειψιν της Ελληνικής ιθαγενείας εις αυτούς οι οποίοι καταδιώκονται δια πατριωτικήν δράσιν και καταφεύγουν εις την Ελλάδα.
[...]
Ι. Ζίγδης: Μόνον δύο λέξεις θα είπω, κ. Πρόεδρε, επί της ουσίας του υπό συζήτησιν θέματος. Η Επιτροπή θα πρέπει να ψηφίση το υπό κρίσιν σχέδιον Ν. Δ., συνειδήσει ότι επιτελεί εθνικόν καθήκον. Παρά ταύτα, όμως, είμαι υποχρεωμένος, συμφωνών επί του προκειμένου με τους συναδέλφους, κ.κ. Καλλιγκάτσην και Βρανόπουλον, να είπω, ότι εκ της γενικότητος της διατυπώσεώς του, είναι δυνατόν να δημιουργήσωμεν εν τεχνητόν ρεύμα εισροής εις την Ελλάδα των ομογενών, τους οποίους αφορά, με αποτέλεσμα να εξυπηρετήσωμεν αθελήτως τον επιδιωκόμενον, υπό των κατεχόντων, αφελληνισμόν των περιοχών, αι οποίαι κατονομάζονται εις το σχέδιον. Αι πιέσεις, κ. Πρόεδρε, αι οποίαι λαμβάνουν χώραν σήμερον, δημιουργούν μίαν ψυχολογικήν κατάστασιν φυγής προς την Ελλάδα των αδελφών μας. Δεν πρέπει να υποβοηθήσωμεν την επί ψυχολογικών μόνον λόγων προερχομένην φυγήν. Πρέπει να περιορισθώμεν εις το να προστατεύσωμεν τους πράγματι διωχθέντας και διωκόμενους, τους καταφεύγοντας εν Ελλάδι.
Ως Δωδεκανήσιος, αναμιμνήσκομαι την στιγμήν αυτήν τα ισχύοντα προπολεμικώς επί του θέματος. Η απαγόρευσις απασχολήσεώς μας ήτο απόλυτος. Και ενθυμούμαι τας αντιρρήσεις του νυν συναδέλφου και διευθυντού τότε της Διευθύνσεως Αλλοδαπών κ. Βρανοπούλου, ερειδομένας επί των τότε ισχυόντων, εις τας αιτήσεις εμού και άλλων πατριωτών μου, δια να δοθή το δικαίωμα απασχολήσεως και των Δωδεκανησίων εν Ελλάδι.
Είναι αληθές ότι, αν και εκ της καταστάσεως εκείνης, υπέφερον πολλοί αδικαιολογήτως. Πλην όμως, θα πρέπει να ομολογήσω, ότι η πολιτική εκείνη του Ελληνικού Κράτους εκράτησε τον πληθυσμόν εις την Δωδεκάνησον. Βεβαίως, με την πολιτικήν εκείνην δεν είμαι απολύτως σύμφωνος. Πολλοί συμπατριώται μου, διωχθέντες από την Δωδεκάνησον, κατέφυγον εν Ελλάδι, όπου όχι μόνον κατεδικάσθησαν εις αργίαν, αλλά υποφέρουν και σήμερον ακόμη, διότι ο χρόνος εκείνος, ως διανυθείς δια τους ανθρώπους αυτούς εκτός υπηρεσίας, δεν υπολογίζεται δια την σύνταξίν των. Και επί τη ευκαιρία, ας μου επιτραπή να παρακαλέσω τον κ. Υπουργόν των Οικονομικών, να εξετάση το ζήτημα αυτό με την επιβαλλομένην κατανόησιν, διότι, πράγματι κ. Πρόεδρε, επί του προκειμένου πρόκειται περί βοώσης αδικίας.
Και δια να έλθω εις το υπό κρίσιν σχέδιο, έχω την γνώμην, ότι θα πρέπει εις το άρθρον 3 να προστεθή διάταξις, δια της οποίας θα προβλέπεται μία ωρισμένη διαδικασία, προκειμένου οι προσφεύγοντες εν Ελλάδι ξένοι υπήκοοι, αλλά Έλληνες το γένος, να τυγχάνουν των πλεονεκτημάτων του υπό κρίσιν σχεδίου.
Λ. Μπουρνιάς: Εδημιουργήθη, κ. Πρόεδρε, εκ των παρατηρήσεων των συναδέλφων κ.κ. Καλλιγκάτση, Ζίγδη και Βρανοπούλου κάποιο κλίμα ανησυχίας εκ δήθεν κινδύνου αφελληνισμού των περιοχών τας οποίας αφορά το υπό κρίσιν σχέδιον. Προς διάλυσιν της ανησυχίας ταύτης επιθυμώ να πληροφορήσω τους κ.κ. συναδέλφους ότι και το Υπουργείον Εσωτερικών και το Υπουργείον Εργασίας κρίνει με μεγάλην αυστηρότητα πάσαν αίτησιν των Ελλήνων αυτών δια να εργασθούν εν Ελλάδι. Είναι αληθές ότι κατά την τελευταίαν περίοδον λόγω των μεσολαβησάντων γεγονότων της Κωνσταντινουπόλεως εδόθησαν κάπως περισσότεραι τοιαύται άδειαι. Πάντως όμως άδειαι εδόθησαν μόνον εις τα περιπτώσεις εκείνας που υπήρχεν πραγματική ανάγκη. Νομίζω, συνεπώς, ότι δεν υπάρχει ουδείς λόγος να θέσωμεν θετικήν διάταξιν εις το σχέδιον περιορίζουσαν την διοίκησιν να παρέχη τοιαύτας αδείας εργασίας.
[...]
Θ. Δούκας: Κύριε Πρόεδρε, έχω την γνώμην ότι γίνεται παρερμηνεία των διατάξεων των υπό κύρωσιν δια του υπό κρίσιν σχεδίου Ν. Δ. πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου. Δια των πράξεων αυτών, επέρχεται η άρσις τυπικού κωλύματος διορισμού εις δημοσίας θέσεις και θέσεις Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ομογενών, αναγκασθέντων λόγω ειδικών συνθηκών, να καταφύγουν εις την Ελλάδα ομογενών μας εκ Κωνσταντινουπόλεως, Κύπρου, Τενέδου κλπ. Δεν καθιερούται γενικώς, ότι, πας, όστις εισέρχεται εις την Ελλάδα θα τυγχάνη της μεταχειρίσεως αυτής. Μόνο εκείνοι, οι οποίοι λόγω των ειδικών συνθηκών εξηναγκάσθησαν να μεταναστεύσουν, θα υπάγωνται εις τα διατάξεις των κυρουμένων Πράξεων. Κατά συνέπειαν οι φόβοι των κ.κ. συναδέλφων, ότι δυνατόν δια των διατάξεων των κυρουμένων πράξεων, να δημιουργηθή ο κίνδυνος αθρόας μεταναστεύσεως, δεν δικαιολογείται. Θα υπήρχε κίνδυνος, εάν δια των πράξεων αυτών ανελαμβάνετο υποχρέωσις διορισμού παντός εισερχομένου εις την Ελλάδα ομογενούς.


Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής
Συνεδρίασις 2α της 10 Ιουλίου 1958

Π. Καλλιγκάτσης: Κύριε Πρόεδρε, ήθελον να κάμω την εξής παρατήρησιν, ότι πράγματι βεβαίως το να διευκολύνωμεν τους ομογενείς τους ερχομένους απ' έξω με τα μέτρα, που λαμβάνομεν, είναι έργον εθνικόν, αλλά θα ήθελον να επιστήσω την προσοχήν του κ. Υπουργού των Εσωτερικών να φροντίση ώστε αι διδόμεναι αυταί ευκολίαι μήπως προκαλέσουν προσέλευσιν από εκεί νέων προς κατάληψιν θέσεων χωρίς λόγον.
Θα πρέπει, λοιπόν, κατά ένα οιονδήποτε τρόπον, να εξασφαλισθή η χορήγησις εργασίας εις τους ομογενείς, διότι κυρίως θα προστατευθούν εκείνοι οι οποίοι θα μας έλθουν εξ ανάγκης και οι οποίοι εξ ανάγκης έφυγαν από εκεί. Διότι εάν το μάθουν ότι ημείς δίδομεν τοιούτου είδους ευκολίας, πολύ φοβούμαι ότι θα γίνη τούτο αφορμή να φύγουν πολλοί νέοι από τα μέρη αυτά και αυτό δεν θα είναι εθνοφελές. Δι' αυτό παρακαλώ τον κ. Υπουργόν των Εσωτερικών να δηλώση εις την Επιτροπήν ότι μόνον δι' εκείνους οι οποίοι έρχονται εξ εθνικής ανάγκης λαμβάνονται τα μέτρα αυτά, τα οποία διευκολύνουν την εξεύρεσιν εργασίας και όχι γενικώς, ώστε να μη έχωμεν συρροήν νέων από τα μέρη αυτά.
[...]
Δ. Βρανόπουλος: Κύριε Πρόεδρε, η λήψις μέτρων υπέρ των εκ Κύπρου και Βορείου Ηπείρου ομογενών, ήτο απολύτως επιβεβλημένη και συμφωνώ απολύτως με το περιεχόμενον του υπό ψήφισιν σχεδίου Νομοθετικού Διατάγματος. Είχον να κάμω μίαν φιλικήν σύστασιν εις τον αγαπητόν κ. Υπουργόν των Εσωτερικών, επειδή ειδικώς έχω ασχοληθή κατά το παρελθόν με το θέμα των εκ Κωνσταντινουπόλεως ομογενών. Κατά το 1921 εις την Κωνσταντινούπολιν υπήρχον 450.000 ομογενείς. Κατά το 1952 έμειναν 170.000. Σήμερον οι ομογενείς της Κωνσταντινουπόλεως είναι μόλις 90.000 Τούρκοι υπήκοοι Ελληνικής καταγωγής και 20.000 Ελληνικής υπηκοότητος και καταγωγής. Η διαδικασία η μέχρι τούδε τηρουμένη δια την απόκτησιν αδείας εργασίας από τους ομογενείς αυτούς, ειδικώς της Κωνσταντινουπόλεως, ήτο η εξής: Όσοι ήρχοντο εδώ, και ήρχοντο κυρίως δια λόγους θητείας ή δια τουριστικούς τοιούτους εγνωμάτευεν η Υπηρεσία Αλλοδαπών και εχορήγει το Υπουργείον Εργασίας τας αδείας δια να εργασθούν.
Ήδη αν καθιερώσωμεν να εργάζωνται και εις τας Δημοσίας Υπηρεσίας και τους Οργανισμούς Δημοσίου Δικαίου φοβούμαι ότι αυτό το οποίον είπεν ο έγκριτος συνάδελφος προηγουμένως, ότι δηλαδή θα φύγη ένας μεγάλος αριθμός ομογενών εκ Κων/πόλεως, πράγμα το οποίον θα είναι, εθνικώς, επιζήμιον. Θα κάμω την φιλικήν, όπως προείπον, σύστασιν, εις τον αγαπητόν κ. Υπουργόν των Εσωτερικών, να μελετήση τον οικείον φάκελλον του Υπουργείου Εσωτερικών, επί του θέματος τούτου, οπότε ήθελεν αρυσθή σοβαρωτάτας πληροφορίας και ιδίως, δια ποίον λόγον δεν θα έπρεπεν, ειδικώς εις τους ομογενείς, να παρασχεθή το δικαίωμα να εργάζωνται και εις τας Δημοσίας Υπηρεσίας και τους Οργανισμούς Δημοσίου Δικαίου.
[...]
Κ. Ράλλης:[...]
Όσον αφορά την παρατήρησιν ότι δεν πρέπει να επιτρέπεται εις ομογενείς, είτε εκ Κωνσταντινουπόλεως, είτε εκ Βορείου Ηπείρου, είτε εκ Κύπρου, να καταλαμβάνουν δημοσίας θέσεις, λέγω ότι με ευρίσκει τούτο σαφώς αντίθετον. Οι Έλληνες αυτοί είναι εξ ίσου Έλληνες και ίσως κάτι περισσότερον. Αγωνίζονται και υποφέρουν δια να είναι Έλληνες και συνεπώς δικαιούνται της προστασίας της οποίας απολαμβάνουν και οι λοιποί Έλληνες.
Πρόεδρος: Ο κ. Η. Ηλιού, έχει τον λόγον.
Η. Ηλιού: Κύριε Πρόεδρε, επί μεν της ουσίας έχομεν δύο ξεχωριστά θέματα.
Την κύρωσιν, πρώτον, πράξεων επιτρεπουσών την πρόσληψιν Ελλήνων το γένος αλλά ουχί την ιθαγένειαν εις δημοσίας υπηρεσίας. Κατ' αρχήν εφ' όσον τούτο θα εγένετο προς παροχήν τρόπου ζωής δεν θα υπάρξη αντίρρησις. Εις την έμφρονα δε κρίσιν των μελλόντων να εφαρμόσουν τας διατάξεις έγκειται η πρόληψις των σοβαρωτάτων κινδύνων τους οποίους επεσήμανον οι κύριοι συνάδελφοι. Νομίζω όμως, ότι υπάρχει πράγματι αυτός ο κίνδυνος και είναι χαρακτηριστικόν ότι ενώ τα 3 πρώτα άρθρα ομιλούν περί αναγκαστικώς, αλλά ενδεχομένως και από το δέλεαρ της εξευρέσεως μιάς θέσεως ερχομένων εδώ, τα 4 και 5 ομιλούν αντιθέτως περί των Υπηρεσιών Μεταναστεύσεως. Όταν υπάρχη πράγματι ένα θέμα μεταναστεύσεως του 1/3 του πλεονάζοντος ετησίως δυναμικού έξω της Ελλάδος, θα πρέπει οι νόμοι αυτοί να εφαρμόζωνται με ακροτάτην φειδώ, μόνο εις περιπτώσεις καθ' ας υπάρχει απόλυτος ανάγκη. Υπάρχει δεύτερον, ένα θέμα ουσίας, δια το οποίον δεν ημπορώ βεβαίως να ελέγξω την Κυβέρνησιν, ούτε να αρνηθώ την επικύρωσιν. Θέμα ουσίας, ως προς την παράβασιν όχι μόνον των κανόνων του Δημοσίου Λογιστικού, οι οποίοι, οπωσδήποτε, πρέπει εν ακροτάτη ανάγκη να παρακάμπτωνται διότι συντελούν εις το αδιάβλητον πάσης οικονομικής συναλλαγής, αλλά υπάρχει και τούτο το οποίον μνημονεύω απλώς ως παράδειγμα προς αποφυγήν εις το μέλλον, ότι αι διατάξεις δεν καθώρισαν απλώς την καταβολήν του μέλλοντος να βαρύνη το Δημόσιον τιμήματος του μισθώματος κατά παρέκκλισιν των κανόνων περί Δημοσίου Λογιστικού, αλλά και μισθώματος της Υπηρεσίας Διακυβερνητικής Επιτροπής Μεταναστεύσεως τα οποία προκατέβαλε το Κράτος και τώρα λέγει η έκθεσις του Γεν. Λογιστηρίου επιβεβαιούσα και μόνο να εισπραχθούν, δεν ηξεύρω, όμως, πώς είναι εξησφαλισμένη η είσπραξίς των, πράγμα το οποίον ουδέποτε συνέβη. Μία όμως, προκαταβολή μισθωμάτων είναι κάτι πέραν των επιτρεπτών παραβάσεων των παγίων κανόνων.
[...]
Λ. Μπουρνιάς: Κύριε Πρόεδρε, εδημιουργήθη κλίμα ανησυχίας εις την Βουλήν εκ του παρεμπίπτοντος θέματος, το οποίον προεκάλεσεν η συζήτησις του υπό κρίσιν νομοσχεδίου, εάν πρέπει να επιτρέπεται η εγκατάστασις και εργασία εις την Χώραν, των Ελληνικής μεν ιθαγενείας, αλλά ξενικής υπηκοότητος Ελλήνων.
Παρέχω την πληροφορίαν εις την Βουλήν, ότι τα Υπουργεία Εσωτερικών και Εργασίας, μετ' αυστηρότητος, εξετάζουν τοιούτου είδους αιτήσεις. κατά την διάρκειαν της Υπουργίας μου εις το Υπουργείον Εργασίας και μόνον, διότι εμεσολάβησαν τα γεγονότα της Κωνσταντινουπόλεως και της Κύπρου, εδόθησαν περισσότεραι άδειαι, πάντοτε, όμως, μετ' εξέτασιν, και μόνον εις πρόσωπα διωκόμενα. Συνεπώς, είναι παλαιά πολιτική των Υπουργείων, κυρίως του Υπουργείου Εσωτερικών, αλλά και του Υπουργείου Εργασίας, να διατηρήται το Ελληνικόν στοιχείον εκεί, όπου ευρίσκεται και να μην διοχετεύεται, να έρχεται εις την Χώραν. Συνεπώς, δεν νομίζω, ότι πρέπει δια θετικής διατάξεως να ληφθή πρόνοια.


Είδος Τεκμηρίου: Πρακτικά Συνεδριάσεων
Στοιχεία Δημιουργίας
Βουλή των Ελλήνων
10-07-1958
Αθήνα
Θεματική Ενότητα
862

Τόποι μετακινήσεων προσφύγων

Τόπος Προέλευσης: Κωνσταντινούπολη, Βόρεια Ήπειρος (Αλβανία), Ίμβρος-Τένεδος