Ο Ο.Η.Ε. και οι πρόσφυγες
Το συντελούμενον υπό την αιγίδα των Ην. Εθνών έργον αποκαταστάσεως
της κ. Βιργινίας Τσουδερού
Στην Ελλάδα συνηθίζομε να συνδέωμε το προσφυγικό πρόβλημα με την μικρασιατική καταστροφή. Φυσικό, αφού τότε μάς ήρθαν 1.200.000 ομογενείς, πλήρως κατεστραμμένοι, ζητώντας νέα στέγη και νέα ελπίδα.
Πλην αυτών όμως, κατά καιρούς, ίσως λόγω της μεγάλης διασποράς του ελληνικού σπιτιού, μάς έρχονται νέα κύματα προσφύγων, άλλοτε μεγάλα και άλλοτε μικρότερα.
Απ' τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και πέρα, είχαμε συνεχείς αφίξεις ομογενών προσφύγων από την Ρωσία, Ρουμανία και Αίγυπτο.
Η πτωχή οικονομία μας δεν θα μπορούσε ποτέ μόνη της να αντεπεξέλθει στο οικονομικό βάρος της περιθάλψεως των ομογενών αυτών. Οι περισσότεροι έρχονται για πρώτη φορά στη χώρα μας. Σχεδόν όλοι είναι ελληνικής εθνότητος.
Η διεθνής κοινότης που δυστυχώς αντιμετωπίζει σε μεγάλη έκτασι προβλήματα προσφυγικά, ανέθεσε κατά καιρούς μετά απ' τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, την αντιμετώπισί τους σε διάφορες διεθνείς οργανώσεις.Πρώτα η ΟΥΝΡΑ (Διεθνής Οργάνωσις αποκαταστάσεως και αναπτύξεως) εβοήθησε στην Ελλάδα και αλλού τον επαναπατρισμό και την επανεγκατάσταση 6.000.000 προσφύγων. Επρόκειτο κυρίως περί ατόμων που για διαφόρους λόγους είχαν εξαναγκασθή να φύγουν απ' τις κατεχόμενες πατρίδες των.
Στο τέλος του 1945, υπήρχαν περίπου 1.000.000 πρόσφυγες, οι οποίοι δεν θέλαν ή δεν μπορούσαν να επαναπατρισθούν. Το 1/4 εξ αυτών ήταν θύματα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου.
Το πρόβλημα τώρα ήταν να βρεθούν νέες πατρίδες για τους απάτριδες αυτούς ανθρώπους. Η διεθνής οργάνωσις για τους πρόσφυγες, που συνεστήθη το 1946, ανέλαβε αυτό το κοπιώδες έργο.
Στα 6 χρόνια που ελειτούργησε αυτή η οργάνωσις σχεδόν 2.000.000 πρόσφυγες (νέα θύματα είχαν προστεθεί απ' το 1946) επωφελήθηκαν των υπηρεσιών της. Οι μισοί μετηνάστευσαν σε νέες χώρες.
Το 1951, τα Ηνωμένα Έθνη, ανέλαβαν την αντιμετώπισιν του προσφυγικού προβλήματος με την ίδρυσι στους κόλπους του, του Γραφείου του Υπάτου Αρμοστού. Υπήρχαν τότε 1.250.000 άτομα που ανέμεναν να αποκατασταθούν.
Η αρμοδιότης του Υπάτου Αρμοστού επεξετείνετο μόνον σε πολιτικούς φυγάδες, δηλαδή σε άτομα διωκόμενα λόγω των πολιτικών ή των θρησκευτικών πεποιθήσεών τους από την χώρα όπου ήσαν εγκατεστημένα και που ζητούσαν άσυλο σε ξένη χώρα. Το γραφείον του Υπάτου Αρμοστού συνεργάζεται στενά με τις διάφορες κυβερνήσεις των χωρών του ασύλου, οι οποίες και συνεισφέρουν το ήμισυ του κόστους της αποκαταστάσεως και είναι υπεύθυνοι για την εκτέλεσι του προγράμματος.
Στην χώρα μας κατά το τέλος του 1961 υπήρχαν 14.500 πρόσφυγες που υπήγοντο στην αρμοδιότητα του Υπάτου Αρμοστού.
Πρέπει να σημειωθή ότι 6.000 εξ αυτών, ήτοι 45% του συνόλου, ήσαν πρόσφυγες ελληνικής καταγωγής εκ Ρωσίας και Ρουμανίας, πολλοί των οποίων είχαν κρατήσει την ελληνική ιθαγένεια. Λόγω των ειδικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει η Ελλάς, εδόθη από τον Ύπατον Αρμοστήν κάπως ευρυτέρα ερμηνεία στους όρους της αρμοδιότητός του. Ήταν μία ειδική παραχώρησις.
Εκ των υπολοίπων, πλέον των 80% ήσαν Αρμένιοι πρόσφυγες, από χρόνια εγκατεστημένοι στη χώρα μας. Οι περισσότεροι ήσαν πάμπτωχοι. Δεν είχαν κατορθώσει ποτέ να αποκατασταθούν στην Ελλάδα και ήταν πάντα ένα θλιβερό εκκρεμές κοινωνικό και ηθικό πρόβλημα. Όλοι έχουμε ακούσει για τον συνοικισμό Δουργουτίου, που αποτελεί ένα αίσχος για την πρωτεύουσά μας.
Έτσι απομένουν μόνον 1.150 άλλοι πρόσφυγες, εκ των οποίων μόνον οι 150 είναι μεταπολεμικοί και ξένης εθνότητος.
Το έργον του Υπάτου Αρμοστού στην Ελλάδα έχει ειδική οικονομική και κοινωνική σημασία.
Ένας απ' τους πρωταρχικούς του σκοπούς υπήρξε, βεβαίως, η διευκόλυνσις της μεταναστεύσεως όσον το δυνατόν μεγαλυτέρου αριθμού προσφύγων. Ανεγνωρίσθη πλήρως η αδυναμία της ελληνικής οικονομίας ν' απορροφήση μεγάλον αριθμόν νέων εργατικών χεριών.
Γι' αυτό μεταξύ 1952 και 1961 μετηνάστευσαν απ' την Ελλάδα σε διάφορες χώρες 6.000 πρόσφυγες. Και ακόμα παρ' όλον ότι η μετανάστευσις γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη, το γραφείον του Υπάτου Αρμοστού μέσω άλλων διεθνών οργανώσεων, κατορθώνει συνεχώς να διοχετεύη πρόσφυγας σε υπερποντίους χώρας.
Για τους υπολοίπους καταβάλλεται προσπάθεια όπως η αποκατάστασίς των γίνεται εντοπίως, με τρόπο που ν' αποβαίνη προς όφελος της ελληνικής οικονομίας.
Έτσι π.χ. κοντά στην Κατερίνη αποκατεστάθησαν 60 οικογένειες Ελλήνων εκ Ρωσίας. Αυτά τα άτομα βρισκόντουσαν στην περιοχή απ' το 1939. Είχαν εγκατασταθή κοντά στο ποτάμι που παρέσυρε σε κάθε πλημμύρα τα κακοχτισμένα καλύβια τους. Ασυζητητί ήσαν παθητικό για την περιοχή.
Το γραφείον του Υπάτου Αρμοστού εν συνεργασία πάντοτε με το υπουργείον Προνοίας, φρόντισε να οργανωθή ένα νέο χωριό όπου εγκατέστησε αυτούς τους ανθρώπους. Οι πιο πολλοί είχαν ειδικευθή στην καλλιέργεια καπνών και σιτηρών. Στην αρχή βεβαίως χρειάστηκε να τους δοθή και οικονομική βοήθεια ακόμα για ν' αρχίσουν τη νέα τους ζωή. Σήμερα το χωριό αυτό, όπως άλλωστε άλλα δύο ομοίου τύπου, είναι σχεδόν οικονομικώς ανεξάρτητον. Οι παλαιοί επαίται έγιναν ενεργητικό για την οικονομία της περιοχής.
Το πρόγραμμα του Υπάτου Αρμοστού βεβαίως έχει στο ενεργητικό του και τον νέον οικισμό του Άη-Γιάννη του Καρρέα στους πρόποδες του Υμηττού, όπου Έλληνες εκ Ρουμανίας και Αρμένιοι, βρήκαν όχι μόνον νέα στέγη, αλλά και μία νέα κοινότητα, στην οποία ανήκουν. Όμοιοι συνοικισμοί έχουν γίνει στην Θεσσαλονίκη και στα Γιάννενα.
Όχι λιγώτερο αξιόλογο είναι το πρόγραμμα αποκαταστάσεως γερόντων. Εάν δεν ευρίσκετο λύσις γι' αυτούς, ασφαλώς θ' απετέλουν μεγάλο βάρος στον προϋπολογισμό του υπουργείου Προνοίας. Στην Ηλιούπολι κτίσθηκε χάρις στο γραφείο Υπάτου Αρμοστού ένα εκσυγχρονισμένο γηροκομείο, όπου στεγάζονται 200 υπερήλικες πρόσφυγες όλοι ελληνικής εθνότητος.
Στα 6 χρόνια που εργάσθηκε εδώ το γραφείο του Υπάτου Αρμοστού συνεισέφερε περίπου 8.000.000 δολλάρια, ήτοι σχεδόν 250.000.000 δρχ. Η ελληνική κυβέρνησις συνεισέφερε περίπου 150.000.000 δρχ. Το έργο που επετελέσθη ήταν πολύ μεγαλυτέρας αξίας, αν ληφθή υπ' όψιν ότι έγινε ένα πρότυπο προνοιακό έργο και απελευθέρωσε την χώρα μας από το βάρος χιλιάδων παθητικών στοιχείων.
Σήμερα απομένουν περίπου 4.000 ακόμα πρόσφυγες, που περιμένουν την σειρά τους να αποκατασταθούν. Η τύχη του προγράμματος για την αποκατάστασί τους στην Ελλάδα, θ' αποφασισθή σε μερικές μέρες στη Γενεύη, όπου συνέρχεται η εκτελεστική επιτροπή του Υπάτου Αρμοστού. Την Ελλάδα θ' αντιπροσωπεύση ο κ. Σοφράς του υπουργείου Προνοίας. Θα ζητηθή ένα μεγάλο κονδύλιο για να εξασφαλισθή το τέλος του προγράμματος μέχρι του 1964.
Αυτές τις μέρες ο Ύπατος Αρμοστής κ. Σμίντερ έφθασε στην Ελλάδα για να επιθεωρήση το επιτελούμενο έργο.
Βιργινία Τσουδερού