Σεβαστή Διοίκησις επειδή απάνθρωποι Τούρκοι κατεβασάνιζον εν τη Ασία και ημάς τους Μιλησίους οικογένειες δεκατέσσερις απεφασίσαμεν να χάσωμεν όλα τα ακίνητά μας κτήματα και να έλθωμεν εις την Ελλάδα να αγωνιζώμεθα υπέρ ελευθερίας. Εκινήσαμεν από την χὠραν μας λαθραίως και ήλθομεν εις του αιγιαλού εκείνο μέρος, οπού δεν είναι πολυανθρωπία, αλλά φραγμός αλιευτικός, και παρακαλέσαμεν τον αλιευτικόν όντα Έλληνα, και υπήκοον Ευρωπαϊκής τινός Διοικήσεως, να συνενεργήση εις την σωτηρίαν μας να μας στείλη με τα αλιευτικά του πλοία εις το απωτέρα προσωρμημένον ευρωπαϊκόν πλοίο. Ο ευλογημένος έκαμε την χάριν και μας διεβίβασεν έως εις το ρηθέν πλοίον όπου έτυχε να παρευρεθή εν μίστικον ψαρριανόν Ανδρέου Μοναρχίδου (και είθε να μη παρευρεθή), ο οποίος εν ω ηθέλαμεν να έμβωμεν εις το ευρωπαϊκόν πλοίον, λέγει προς τον αλιευτικόν Έλληνα. Ημείς κύριοι είμεθα Έλληνες και ήλθωμεν έως ώδε δια να ωφεληθώμεν τίποτε, και έχομεν να επιστρέψωμεν εις την Ελλάδα, και τους διαβιβάζομεν ημείς, και αντί του ετερογενούς λαμβάνομεν ημείς οι ομογενείς τον ναύλον. Ο άνθρωπος επείσθη κατέπεισε και ημάς και εμβήκαμεν εις το πλοίον του ρηθέντος αγαθού Μοναρχίδου. Αλλ’ η αγαθότης του εκ πρώτης αρχής εφάνη πριν ανοιχθώμεν πολύ εις το πέλαγος, μας έκλεψαν οι ναύται του δύο δακτυλίδια, εκτιμώμενα γρ(όσια) χίλια. Τότε οι δυστυχείς κατεβοήσαμεν να μας αποβιβάσουν πάλιν εις την Ασίαν δια να μας σφάξουν τουλάχιστον οι Τούρκοι, αλλ’ ο καλός Μοναρχίδης μας καθησύχασεν λέγων ότι θέλει μας τα πληρώσει εις Σύραν. Αλλά, θεέ του ελέους, όχι μόνον δεν μας απεζημίωσεν από τα δακτυλίδια αλλά μας εγύμνωσεν ό,τι και αν είχομεν και μας αποβίβασεν εις μέρος έρημον Μυκόνου, όπου οι ναύται του ήρπασαν και αυτά τα παλαιά υποκάμισά μας, και μας έκαμαν επί ξύλου κρεμαμένους. Τι τούτο δια τους οικτιρμούς του Θεού. Αν ηθέλομεν καταφύγη προς τους αγρίους της Αφρικής, δεν ηθέλομεν πάθη, νομίζομεν, το οποίον επάθομεν παρ’ ομογενών, ομογλώσσων, ομοπίστων, και ομοφρόνων. Ψυχαί υπέρ τας τεσσαράκοντας, Σεβαστή Διοίκησις, εκ λιμού απολλυόμεθα. Οι επάρατοι εκείνοι Μοναρχίδες μας ήρπασαν /2 το παν της περιουσίας μας πράγματα γροσίων χιλιάδων υπέρ τας τεσσαράκοντα και τώρα ευρισκόμενοι εν Μυκόνω εντρυφώσι με την ειδικήν μας περιουσίαν. Ημείς δε άρτου υστερήμεθα. Διό παρακαλούμεν θερμώς, αν υπέρ ελευθερίας και δικαιοσύνης αγωνίζεται το έθνος, αν έχωμεν Διοίκησιν, αν τέλος είμεθα χριστιανοί, παρακαλούμεν θερμώς και μετά δακρύων το μέγα φιλοδίκαιον και την αγαθήν συμπάθειαν της Διοικήσεως να επιτάξη, ώστε όπου και όπως ανήκη να υποχρεωθή ο ρηθείς άρπαξ να αποδώση τα δίκαιά μας, τα οποία δεν είναι ως προς εκείνον κτήματα αλλ’ αίματα ανθρώπινα και μένομεν μ’ όλον το βαθύτατον σέβας.
Τη 29 Σεπτεμβρίου 1825· εν Ναυπλίω
Οι πατριώται
Νικολάκης Αθανασίου [ιδιοχείρως]
Γιάννης Νικολάου
Γεώργης Τζεβελέκος
Θεοδωρής Τούμφαλης
Στυλιανός Ρουμελιώτης
Γεώργης Αθανασίου
[συνημμένο φύλλο:]
Αναφορά των Μιλησίων. Ανεγνώσθη τη 4:Νοεμβρίου: 1825 και διευθύνεται προς το Σ. Εκτελεστικόν δια να διατάξη εντόνως όπου ανήκει, να αποδώση ο άρπαξ τα όσα ληστρικώς ήρπασεν από τας αναφερομένας δυστυχείς οικογενείας.
Ο Α΄ Γραμματεύς του Βουλευτικού
Α. Παπαδόπωλος
[άλλο χέρι:]
Αρ. εισερχ.
Διευθύνεται προς το Υπουργείον της Αστυνομίας δια να συνεννοηθή μετά το του Ναυτικού και να ενεργήση τα δέοντα δια να επιστραφώσι τα αρπαγέντα εις τους αναφερομένους.
23: Νοεμ. 1825 εν Ναυπλίω
14753 Ο Γεν. Γραμματεύς
αντ’ αυτού
Γ. Πραΐδης
(τ.σ.)
[πλαγίως:]
Ενεργήθη