[..] Και τότε πλην της βαθείας λύπης δια την δυστυχίαν των ησθάνθην και την υποχρέωσιν και το καθήκον το οποίον είχομεν να δειχθώμεν άξιοι αδελφοί τούτων των ατυχών, να βοηθήσωμεν αυτούς απαλλάττοντες το κατά δύναμιν ε΄κ του βαρέος φορτίου της δυστυχίας. Βαθέως συγκεκινημένη και με πλήρη την συναίσθησιν της υποχρεώσεως, ήν πάσα Ελληνίς είχε, είπον προς αυτούς λόγους παρηγορητικούς και επαινετικούς δια την θυσίαν των, και αμέσως επεστρέψασα εις την οικίαν έδωκα ότι ήτο δυνατόν από χρήματα 1500, δραχ., ενδύματα, άρτον και ότι άλλο ήτο της απολύτου ανάγκης. Την δ’ επομένην και άλλαι Κυρίαι με Ελληνικά αισθήματα μετέβημεν εις την Ιερατικήν Σχολήν δια να διανείμωμεν ότι εκ του προχείρου ηδυνήθεμεν να συλλέξωμεν, και ούτω επί του παρόντος ανεκουφίσαμεν τους πρόσφυγα. Αλλά απητούντο πολλά προς πραγματικήν και διηνεκή βοήθειαν και περίθαλψιν. Τότε πρότεινα εις τας άλλας Κυρίας να συστήσωμεν μόναι μας επιτροπήν, ήτις να αναλάβη συστηματικώς και με ενθουσιασμόν την περίθαλψιν των προσφύγων· και ούτω ιδρύθη αυτή αφ’ εαυτής η ά επιτροπή εκ των εξής Κυριών [..]
Λογοδοσία της υπό την προεδρίαν της κυρίας Αικ. Γρ. Ζλατάνου Επιτροπής των Κυριών επί της περιθάλψεως των Αγχιαλιτών και λοιπών προσφύγων εξ Ανατολικής Ρωμυλίας,Τυπογραφείον Π.Δ. Σακελλαρίου, Αθήναι, 1911, σ.9-10
[..]Από της στιγμής ταύτης άρχεται ο αγών. Πρόσφυγες ήρχοντο καθ’ εκάστην ημέραν και αι υποχρεώσεις ημών ηύξανον μαζί με τας ανάγκας των. Ετρέχομεν όλην την ημέραν, τους επισκεπτόμεθα, τους παρηγορούμεν, εχύνομεν βάλσαμον εις την πληγωμένη των καρδιαν, ενεπνέομεν ελπίδας, περιηρχόμεθα τα καταστήματα, εκρούομεν τας θύρας των πλουσίων, εζητούμεν ελεημοσύνην δια τους ατυχείς αδελφούς μας, εγράφομεν παντού διωργανώσαμεν εορτάς, περιεφέρομεν δίσκους εις όλας τας εκκλησίας, συνελέγομεν εράνους και προσεπαθούμεν δι’ όλων μας των δυνάμεων να εξοικονομήσωμεν τα πράγματα της απολύτου ανάγκης• προς τούτοις και δια τα παιδία τα μικρά εφροντίζομεν να μη λείπη τίποτε δια την ανατροφήν των, ούτε το γάλα των, ούτε τα βιβλία των, ούτε και τα παιγνίδια των, ούτε τα δώρα της πρώτης του έτους. Περιεποιούμεθα τους ασθενείς, αναθέτοντες, εις ιδίους ιατρούς και παρέχοντες τα αναγκαία φάρμακα, εισήγομεν όσους ηδυνάμεθα εις τα νοσοκομεία προς καλυτέραν θεραπείαν παριστάμεναι παρά την κλίνην των ασθενούντων και ψυχορραγούντων προς παρηγορίαν και ανακούφισιν των πόνων των. Διακόσιας λεχώνας προς τούτοις επετύχομεν να εισαγάγωμεν εις το Δημοτικόν Μαιευτήριον, εμπιστευθείσαι εις την φιλότιμον και επιστημονικωτάτην μέριμναν του διευθυντού κ. Χρ. Χέλμη. Αλλά τα τρεξίματα ταύτα και αι παρακλήσεις ημών δεν απέβησαν μάταια. Η καρδία παντός Έλληνος βαθέως επλήγη από την δυστυχίαν των αδελφών του, και πάντες πλούσιοι και πτωχοί με προθυμίαν έστελλον ό,τι ηδύναντο. Καθ’ εκάστην ελαμβάνομεν από πάντα τα μέρη του Ελληνισμού δωρεάς εις χρήματα και είδη με επιστολάς ενθαρρυντικάς δια τας ενεργείας μας και πλήρεις ευχαριστιών. Ουδ’ ήτο δυνατόν να γείνη άλλως. Ούτω δε απεδείχθησαν τα ευγενή αισθήματα, η φιλανθρωπία και η φιλοπατρία του Έλληνος. Κατωρθούμεν λοιπόν δια των δωρεών του Ελληνικού λαού να ανταποκρινώμεθα εις τας ανάγκας των προσφύγων και ησθανόμεθα μεγάλην χαράν βλέπουσαι ότι η φιλοπατρία των προσφύγων ημείβετο με τους κόπους μας. Δια τούτο προ ουδεμίας ενεργείας εδειλιάσαμεν, ούτε τον καύσωνα και το ψύχος, ούτε την επιδημίαν των πυρετών, και τας άλλας ασθενείας εφοβούμεθα, αλλά πάντα τα εμπόδια υπερπηδούσαι και τους κινδύνους περιφρονούσαι, επράττομεν παν ότι ηδυνάμεθα προς σωτηρίαν και περίθαλψιν εκείνων, οίτινες τα πάντα εθυσίασαν δια να σώσουν τον Εθνισμόν των, δια να μείνουν Έλληνες• μάλιστα δε εσχάτως ακόμη και δένδρα και μεταξόσπορον επέμπομεν παρέχουσαι ούτω νέον μέσον προς ευημερίαν και πλουτισμόν.[..] σελ.10-12
[…] Ιδρύσαμεν λοιπόν τας εξής εκ Κυριών υποεπιτροπάς: Χαλκίς [..] Αλμυρός [..], Πόρος [..], Τήνος […], Αμαλιούπολις [..] Αι Κυρίαι αυταί ειργάσθησαν με όλας των τας δυνάμεις, έδειξαν πράγματι αδελφικήν αγάπην, κατέβαλλον υπερανθρώπους φροντίδας δια να τους βοηθήσουν, παρηγορήσουν, ενθαρρύνουν, διένεμον καταλλήλως ότι επέμπομεν εντεύθεν, ως φαίνεται και εκ των επιστολών των προέδρων των υποεπιτροπών, ων τινας δημοσιεύομεν κατωτέρω, συνέλεγον και αύται ό,τι ηδύναντο από τον τόπον των, και ούτω μεγάλως ενίσχυσαν το έργον της Κυβερνήσεως.[..] σ.12-13