Σας προσκυνώ αδελφικώς
Τη 14 Ιανουαρίου 1822 Κατούνα
Σήμερον έλαβα το τίμιον γράμμα σας σημειωμένον 8 του τρέχοντος οπού η κυρία Ελενίτσα μου το έστειλε με πεζόν, εκ του οποίου εχάρην την ποθητήν μοι υγείαν σας. Τα πρωτυτερινά γράμματά σας δεν τα έλαβα ακόμη. Εις το άνωθεν γράμμα σας είδον τα γραφόμενά σας και έγνων και σας ευχαριστούμεν εις την επιμέλειάν σας οπού ελάβεταν. Όμως, αδελφέ, μας εγκατέλιπεν ο Θεός ημάς δια παιδείας και βάσανα. Ενώ ήμασθεν έτοιμοι να κινήσωμεν δια Ανατολικόν, αρρώστησεν ο αδελφός μου και εμείναμεν και ύστερον από 19 ημέρας σας άφησε χρόνους, έχει τρεις ημέρας σήμερον οπού απόθανεν. Ας δώση ζωήν ο Θεός εις την ευγένιάν σας πανοικεί [: μαζί με όλη την οικογένεια]και εις ημάς παρηγορίαν, μόνον έμεινεν εις το βάρος της φαμελιάς του 4 λιανοπαίδια, 3 κορίτζια, και ένα αρσενικόν, εις το βυζί, και εξ αυτής της αιτίας εμποδίσθημεν έως τώρα εις Κατούναν. Και από την πίκραν της η Χρυσή την έπιασαν τα συνηθισμένα ρεματικά [: ρευματικά]και μητρικά και την έχω ζαΐφισσαν [(τουρκ. zaif): αδύνατη, φιλάσθενη], είναι και ο καιρός βαρύς χειμώνας με χιόνια και βροχές και να την ταξιδεύσω δια Μεσολόγγι δειλιάζω υποπτευόμενος να μην καταπέση και γράφω της αρχόντισσας οπού αν ίσως και καλωσυνεύση ο καιρός είναι έξι ημέρες έως την Παρασκευήν ημπορώ να την καταφθάσωμεν. Ειδέ και έως την Παρασκευήν δεν πηγαίνωμεν, ας ακολουθήσουν τα όρδινα [: διαταγές, οδηγίες]οπού έχουν. Και αποφασίσαμεν δια να στείλωμεν τον Δημήτρην μας, και αν το ακολουθήσωμεν σας ειδοποιώ, ότι ένα χρόνον χωρίς διδάσκαλον θέλει μένει αγράμματος και απαίδευτος.
Μου γράφετε αν είμεσθεν εδώ ασφαλείς, ημείς το ηξεύρομεν. Και εις τούτο ένας Κύριος το ηξεύρει την ασφάλειαν εδώ. Και πάλιν αυτού η ευγενία σας ημπορείτε να ηξεύρετε πολλά καλλιώτερα την ασφάλειάν μας, και ό,τι συμπεραίνετε παρακαλώ να με ειδοποιήσετε.
Τι να σας ειπώ, αδελφέ, ο θάνατος του μακαρίτου αδελφού μου μου εχάλασεν όλα τα σχέδια και τερτίπια [(τουρκ. tertip): τεχνάσματα] οπού εσχεδίαζα και δεν ηξεύρω τι δρόμον να πάρω. Από Άρταν μας ζητούν να πηγαίνωμεν, ετούτοι δεν μας αφήνουν, εκεί τα σπίτια μας καμένα, και από τι εις Άρταν είναι καλλιώτερα εις Πρέβεζαν; Και ο Θεός να κάμη εις ημάς, ότι, χάνοντας την κατάστασίν μας, εχάσαμεν και την γνώσιν μας. Η φαμελιά μου βαρειά, τα έξοδα μεγάλα, δάνεια κανείς δεν δίνει, αυτού δεν δέχονται και ωσάν την φαμελιάν μου κάμνουν χρεία έξοδα βαρύτατα και πόθεν να γίνουν. Κάτι ψιλικόν [: μικρής αξίας νομίσματα]πολλά ολίγον, εκεί οπού είναι, δεν έχομεν τρόπον να το ζητήσωμεν ούτε και να μας το στείλουν, και αν το στείλουν, ποιος αγοράζει τώρα εδώ. Και εις τούτες τες περιστάσεις όλα ας πηγαίνουν δια την ασφάλειαν της ζωής μας. Με όλον τούτο και οι γυναίκες με τα παιδιά μόνον ας έλθουν, πλην δεν ηξεύρομεν το βέβαιον, αν γίνη ο τρόπος με κανένα μέσον, μία αθώα φαμελιά δεν είναι δίκαιον να εμποδισθή αυτού και χωρίς άνδρες. Δοκιμάσατέ το και αν γίνεται, καλωσυνεύοντας ο καιρός καΐκι ευρίσκομεν εδώθε, δεν ηξεύρομεν όμως αν έλθη και καμμία βία οπού να μην επιδέχετε καρτερεμόν, και ο Θεός ίλεως εις ημάς, οπού η τύχη όλον μας κατατρέχει και μας έρχονται οι θεϊκές πληγές η μία κοντά την άλλην, και δοξάζω τον Θεόν και τον παρακαλώ οπού, όλα ας πηγαίνουν, την ζωήν να μας φυλάξη και την τιμήν οπού να μην ιδώ την Χρυσήν και τα παιδιά μου εις σκλαβιάν, τα δε άλλα όλα υποφέρονται και ό,τι εγκρίνετε κάμετε και γράψετέ μου. Είναι και το μεγαλύτερον βάσανον οπού είμεθα και χωρίς έξοδα, 15 γρόσια την ημέραν, το ολιγώτερον, μας πηγαίνουν εις ζωοτροφίαν [: καθημερινή διατροφή]και πως τα οικονομεί ο Θεός είναι απορία.
Η αναδεχτή σου και νύφη μου σας προσκυνεί. Δεν ημπορώ να την παρηγορήσω, και έχει δίκαιον, ότι ο γεράς [(τουρκ. yara): πληγή] ταζέτικος,[(τουρκ. taze): πρόσφατη] και εις τούτες τες περίστασες να την εύρη ένα τοιούτον! Είναι δυσβάστακτον. Όλα αυτά είναι βάσανα εδικά μου.
Η Χρυσή σας προσκυνεί, σας γράφει και η ίδια σας περικλείει και γράμμα δια τον αδελφόν της, οπού να το στείλετε, οπού τον παρακαλεί να της εμβάνη τίποτας άσπρα.
Τι να σας γράψω δεν ηξεύρω. Βία Μεσολογγίου γράψετέ μου, παρακαλώ.
Και προσκυνώντας σας αδελφικώς, μένω.
Δούλος σας και αδελφός
Γεώργιος Βράνης
Τον παμπόθητόν μοι Κωστάκην πατρικώς ασπάζομαι. Το γράμμα από κυρ Χριστόδουλον Οικονόμου, δεν το ευρήκα, ως μου εγράφεταν.
Και εγώ και η ταπεινή δούλη σου Χρυσή δουλικώς προσκυνώ. Ασπάζομαι την τιμίαν σου δεξιάν. Είδα τους ακριβούς μου χαιρετισμούς σου εις το γράμμα του αδελφού σου και τα όσα μας γράφεις. Εγώ, αδελφέ, από τα καθημερινά βάσανα και κακοπάθειες και ευρίσκομαι αστενής από τα ρεματικά και δια τούτο δεν ημπορώ να ακολουθήσω την οδηγίαν σας και αυτό το αποδίδω εις την κακήν μου τύχη, και αν έλθη ο Δημήτρης μου αυτού είναι περιττόν να σας περικαλέσω ότι είστε πατέρας εις αυτό και ηξεύρεις οπού άλλα μάτια δεν έχω και ο Θεός, αδελφέ, να μας δώση τόπον ησυχίας, ότι εχάθηκα και έχε με δια χαμένη. Και παρακαλώ, αδελφέ, να με προφτάσης και με τίποτας έξοδα, ότι καλά ηξεύρεις εις τι μεγάλη χρεία είμαι. Τόσον φτάνει, αδελφέ, δια να καταλάβης και παρακαλώ να προφτάσης.
Τον Κωστάκη μου και το παιδάκι μου του φιλώ τα μάτια.
Ταύτα και μένω εις τους ορισμούς σου.
Κων. Διαμάντης, «Ηπειρωτικόν Αρχείον», Τα περιεχόμενα των Γενικών Αρχείων του Κράτους, τ. 15β, Αθήνα 1976, σ. 1050-1051, έγγρ. 47.