Συνεδρίαση ΡΖ΄ - 19 Μαρτίου 1986
Στην υπ' αριθ. 2745/Α.Κ.Ε. 343/26.2.86 ερώτηση των Βουλευτών κ.κ. Θ. Δαμιανού, Ν. Κλείτου και Ν. Αργυρόπουλου με θέμα την παροχή ασύλου σε οικογένειες Βιετναμέζων προσφύγων, δόθηκε από τον Αναπληρωτή Υπουργό Δημόσιας Τάξης η εξής απάντηση:
«Την 17.1.1986 αφίχθηκαν στον αερολιμένα Ελληνικού δύο πολυμελείς οικογένειες Βιετναμέζων προσφύγων, προερχόμενες από τη Βόρεια Υεμένη και στις οποίες, παρά τις τυπικές ελλείψεις, επετράπη η είσοδός τους με την μεσολάβηση του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και για λόγους ανθρωπιστικούς, με την προοπτική ότι η παραμονή τους στην Ελλάδα θα ήταν σύντομη και αποσκοπούσε να διευκολυνθεί η περαιτέρω μετανάστευσή τους στις Η.Π.Α. ή Καναδά.
Το Υπουργείο μας, ανταποκρίθηκε θετικά στο αίτημα του Ε.Ε.Σ. για χορήγηση αδείας παραμονής μέχρι να ληφθούν οι απαντήσεις των Κυβερνήσεων Η.Π.Α. και Καναδά, στο αίτημα για μετανάστευσή τους.
Την 14.2.1986, η μία οικογένεια, που αποτελείτο από 11 μέλη οδηγήθηκε από αρμόδιο υπάλληλο του Ε.Ε.Σ. στο αεροδρόμιο για να επιστρέψει στη Βόρεια Υεμένη, διότι γι' αυτήν είχε αποκλεισθεί η μετανάστευσή της εις Καναδά ή Η.Π.Α. και είχε συγκατατεθεί να επιστρέψει στη Β. Υεμένη.
Η άμεση αναχώρηση δεν πραγματοποιήθηκε διότι στο αεροδρόμιο υπαναχώρησε ο αρχηγός της οικογενείας, ενώ παράλληλα ένα από τα παιδιά εισήχθη σε Νοσοκομείο.
Μετά την έξοδο του παιδιού από το Νοσοκομείο επιτεύχθηκε η αναχώρησή τους, αφού πλέον ο Ε.Ε.Σ. ή άλλος Οργανισμός δεν μπορούσε να αναλάβει την κάλυψη των εξόδων της παραμονής τους στη χώρα, ούτε υπήρχε ελπίδα μετανάστευσής τους.
Η επιστροφή στη Β. Υεμένη κρίθηκε αναγκαία διότι η χώρα αυτή είχε δεχθεί την εγκατάστασή τους ως προσφύγων, όπως και η χώρα μας είχε δεχθεί έναν αριθμό Βιετναμέζων προσφύγων.
Συνεπώς έπρεπε να επιστρέψουν στη Β. Υεμένη, όπου αρχικά κατέφυγαν, διότι σε περίπτωση που θα εγκρίναμε την αόριστη εδώ παραμονή τους, θα εδημιουργούντο σοβαρά προβλήματα επιβιώσεως.
Θέμα πολιτικού ασύλου επίσης δεν υπήρχε αφού τέτοιο αίτημα ούτε από τους ίδιους τέθηκε αλλά ούτε μπορούσε να τεθεί, αφού τους έχει ήδη χορηγηθεί άσυλο από τη Β. Υεμένη και δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της Διεθνούς Σύμβασης της Γενεύης του 1951 περί προσφύγων.
Για τη δεύτερη οικογένεια, εκ 5 μελών, που διαμένει στο ξενοδοχείο SEMIRAMIS Αριστοτέλους και Μάρνης, δεν έχει δοθεί ακόμη απάντηση από Καναδικής πλευράς.
Η επιστροφή τους στη Β. Υεμένη δεν συνεπάγεται κινδύνους, αφού ως πρόσφυγες της χώρας αυτής, προστατεύονται από Διεθνείς Συμβάσεις.
Η Ελλάδα που έχει υπογράψει την Διεθνή Σύμβαση της Γενεύης το 1951 περί προσφύγων, τηρεί με απόλυτο σεβασμό τις σχετικές διατάξεις και καθημερινά δέχεται αιτήματα χορήγησης πολιτικού ασύλου από υπηκόους διαφόρων χωρών.
Η χορήγηση ασύλου προϋποθέτει αίτημα του ενδιαφερόμενου αλλοδαπού που διώκεται στη χώρα του για πολιτικούς ή θρησκευτικούς λόγους. Εάν έχει προηγηθεί ήδη χορήγηση ασύλου από άλλη χώρα, δεν υπάρχουν πλέον ουσιαστικοί και τυπικοί λόγοι αιτήσεως νέου ασύλου, αλλά προφανώς άλλοι λόγοι κυρίως οικονομικοί όπως στην προκειμένη περίπτωση των Βιετναμέζων, έναντι των οποίων όχι μόνο η Ελληνική Κυβέρνηση, αλλά και οι Κυβερνήσεις πολλών άλλων πλουσιωτέρων χωρών είναι υποχρεωμένες να προστατεύσουν τους πολίτες τους από την εισβολή ξένων οικονομικών προσφύγων.
Αθήνα, 14 Μαρτίου 1986
Ο Αναπληρωτής Υπουργός
Θανάσης Τσούρας»