Αναμνήσεις και εντυπώσεις
Οι γυναίκες της Αθήνας
Το αττικό κλίμα είχε αρχίσει, εδώ και μερικά χρόνια, να διαπλάττη ένα τύπο γυναικός που προϋπήρξε, που οι συνεχείς επιδρομές και η τουρκική σκλαβιά αιώνων είχαν παραμορφώσει και που, γενικευόμενος, θα έκανε την Αθηναία γυναίκα να ξεχωρίζη ανάμεσα στις Ευρωπαίες. Τις μητέρες μας με τα πληθωρικά στήθη, τους χαμηλούς γοφούς, τα χοντρά πόδια και την ασθματική εμφάνισι ή τις ξεραγκιανές, τις γωνιώδεις και μονοκόματες, τις αδελφές μας και τις γυναίκες μας τις οποίες έσωζε κάπως μόνο η δροσιά της νεότητος, είχε αρχίσει να την διαδέχεται ένας τύπος νεαρής Αθηναίας ο οποίος είχε ευγένεια, λιγυρότητα και γραμμές αναγλύφων του Κεραμεικού ή μικρών αγαλμάτων της Τανάγρας.
Ήταν ο ίδιος τύπος της δέσποινας που είχε διατηρηθεί και κατά τους χρόνους της δουλείας ακόμα μέσα σε λίγα ελληνικά αρχοντικά σπίτια και που έδωσε μερικά εξαίσια άνθη στην αυλή του Όθωνος. Τα μαλλιά τους ήσαν κατάμαυρα και στυλπνά, τα μάτια μεγάλα και κάπως αμυγδαλωτά, το πρόσωπο ωοειδές και ελαφρά ελαιόχρωμο. Το σώμα τους εσχημάτιζε σιλουέτα. Φως-μαίγερ, είχαν καμπύλες απαλότατες και χυτές. Όγκοι δεν προεξείχαν. Ψηλές ως επί το πλείστον, είχαν στην εμφάνισί τους κάτι το πολύ αρμονικό και αρχοντικό. Θύμιζαν τις αρχαίες παρθένες που σμίλεψε ο Φειδίας ν' ανεβαίνουν με άνθη και καρπούς στον Παρθενώνα κατά την πομπή των Παναθηναίων. Έιχαν μαζύ τη χάρι και την ωμορφιά. Ήσαν:
«- καρπός κι' ανθός αντάμα.»
Χωρίς νάχουν τίποτα το αυστηρό δεν είχαν καμμιά προκλητικότητα, δεν διήγειραν χυδαία ένστικτα. Τις θαύμαζε κανείς σαν περνούσαν αρμονικές και ωραίες μέσα στο αττικό φως και η ψυχή ετέρπετο από το θέαμά τους με τη γαληνή εκείνη χαρά που γεννούν όλα τα πράγματα τα ωραία, τα άγια, τα αγνά...
Ο τύπος αυτός μόλις επιπλέει εδώ κι εκεί στην σημερινή Αθήνα την πλημμυρισμένη από ένα καινούριο και ξένο πληθυσμό. Σήμερα βλέπει κανείς άπειρες γυναίκες στους Αθηναϊκούς δρόμους. Είνε ευεξήγητο. Ο πόλεμος και η οικονομική κατάστασις που εδημιούργησε η ειρήνη έβγαλαν τη γυναίκα από το σπίτι και την ερίξανε στη ζωή. Πολλές εργάζουνται. Στις γυναίκες αυτές προσετέθησαν και οι ξένες που ζουν στα ξενοδοχεία και συχνάζουν σ' όλα τα κέντρα. Γι' αυτό ο καταπληκτικός αριθμός των γυναικών που βλέπει κανείς σήμερα ν' ανεβοκατεβαίνουν τα πεζοδρόμια σ' όλες τις ώρες της ημέρας. Το μεγαλύτερο δε μέρος των αυτών δεν έχει τον τύπο που ωνόμαζα αττικό, γιατί τέτοιος ήταν. Πολλές είναι ασήμαντες όταν δεν είνε άσχημες, τες προσέχει δε κανείς μια στιγμή μόνο γιατί είνε νέες και, ιδίως, γιατί είνε ντυμένες κατά ένα τρόπο ο οποίος κινεί την σκανδαλισμένη περιέργεια ή προκαλεί ορισμένες επιθυμίες-αναλόγως. Οι άλλες έχουν τον καθαρό τύπο της Ανατολής από την οποίαν προέρχονται. Είνε οι γυναίκες που αρέσουν πολύ και προκαλούν. Έχουν λευκή και απαλή επιδερμίδα, είνε όλες υποβλητικές καμπυλότητες, με πρόσωπα στρογγυλά και μάτια στρογγυλά επίσης και κατάμαυρα, βυθισμένα σε ίσκιους, γεμάτα ηδονισμό. Έχουν κάτι το τόσο μαλακό και μελωμένο, που θυμίζουν τα μεγάλα και πολύ ώριμα σύκα. Είνε οι τύποι των ωραίων γυναικών-για τα κοινά τα γούστα.
Οι γυναίκες αυτές, του είδους αυτού, ή είνε ανούσια αισθηματικές ή τρομερά φιλήδονες, σε οποιαδήποτε δε από τις δύο αυτές περιπτώσεις έχουν κάτι το κοινό και το χυδαίο. Αρέσκονται στα φανταχτερά κοσμήματα, σε μία πολυτέλεια νεοπλουτική, στα φαγητά με τις παχειές σάλτσες, στις επιδειχτικές ρόμπες, στις πολύ δυνατές μυρωδιές και στις διασκεδάσεις τις θορυβώδεις, τις γεμάτες σπατάλη και χυδαία χαρά. Τρελλαίνονται για τα γλυκίσματα, καπνίζουν με ηδονή και αγαπούν να είνε άνεργες και να φλυαρούν. Δεν έχουν πάνω τους καμμιά αρχοντιά, καμμιά ένστικτη λεπτότητα. Δεν είνε «κυρίες». Είνε θηλυκά. Το κλίμα της Ανατολής τις έκανε μαλθακές, σαρκώδεις και φιλήδονες. Από δε την Ευρώπη έχουν πάρει την ελευθερία των ηθών -και ίσως τίποτα άλλο. Μόλις αποκτήσετε κάποια οικειότητα μαζύ τους μπορείτε να τις διηγηθήτε τα πιο χοντρά ανέκδοτα, να πήτε τα πιο αλατισμένα αστεία, να κάνετε τους πιο τολμηρούς υπαινιγμούς. Θα τις δήτε να γελούν μ' όλη τους την καρδιά και να βρίσκουν την πιο μεγάλη ευχαρίστησι. Δεν έχουν την ένστικτη αποστροφή των ευγενικών γυναικών προς το χυδαίο και το ταπεινό. Απ' εναντίας. Η λεπτότητα των τρόπων κι' αυτό που οι Γάλλοι λένε tenue τις στεναχωρούν όπως τον χωρικό το κολλάρο και είνε ευτυχείς όταν μπορούν να τα βγάλουν από πάνω τους και να μείνουν όποιες είνε: οι γυναίκες που αγαπούν την κουρκουσαριά, τις φράσεις με τις διπλές ένοιες, τ' αλατισμένα αστεία και τον σανφασονισμό.
Ντύνουνται με κίτρινα, με μαβιά, με ρόδινα χρώματα. Πολλές, υπό το πρόσχημα της ζέστης, έχουν καταργήσει τα μεσογύρια, όταν δε περπατούν μέσα στον ήλιο οι γραμμές του σώματός των διαγράφονται καθαρά μέσα από τα φουστάνια. Με γυμνούς λαιμούς, με γυμνά μπράτσα, έχοντας κάτι το άφθονο όπως οι γυναίκες του Ρούμπενς, με μεγάλα μαύρα ματόκλαδα, κάτω από τα οποία γλαρώνει ο ηδονισμός, προκαλούν την προσοχή που ανοίγει το στόμα και ξυπνούν αιφνήδιους πόθους. Τις βλέπει κανείς στα κέντρα να γελούν με χασκαρητά, να κυττάζουν όχι λοξά αλλά κατάματα τους ξένους που καρφώνουν απάνω τους ένα βλέμμα που δείχνει καθαρά τι σκέπτονται εκείνη τη στιγμή, να καπνίζουν και να μιλούν δυνατά. Τις βλέπει ακόμα καθισμένες στις εξώπορτες των ξενοδοχείων, ξαπλωμένες με νωχέλεια σε πολυθρόνες και με το ένα πόδι πάνω στο άλλο, να κυττάν τους διαβάτες επιδεικνύουσες τις γάμπες των ή να φλερτάρουν ήρεμα με τους νέους που τις περιτρυγιρίζουν. Στα σαλόνια των ξενοδοχείων παίζουν με πάθος χαρτιά ή, μαζευμένες κατά παρέες, κακολογούν με ηδονή και γαργαλίζοντας μόνες τους με την αφήγησι των τσουχτερών ανεκδότων. Τις προμεσημβρινές ώρες τις βλέπει κανείς να πηγαινοέρχονται στους διαδρόμους αχτένιστες και ασυγύριστες, να μιλούν από πόρτα σε πόρτα θορυβώντας και γελώντας ή να κάμουν την τουαλέτα τους έχοντας μισάνοιχτη την πόρτα του δωματίου των. Μιλούν με οικειότητα στους υπηρέτες του ξενοδοχείου, επιδεικνύουν γυμνότητες με αδιαφορία και θεωρούν περιττό να υποκριθούν μια κάποια συστολή όταν διασταυρώνονται στους διαδρόμους με άνδρες που στυλώνουν επίμονα επάνω εις την ακαταστασία τους το βλέμμα των...
Αυτές είνε οι γυναίκες που φαίνονται παντού στην σημερινή Αθήνα και που, επομένως, εκλαμβάνονται ως Αθηναίες από τον ξένο. Ανάμεσα σ' αυτές βλέπει κανείς μερικές Σλαύες με καταγάλανα μάτια και σφιγγώδη έκφραση στο πρόσωπο ή τον κόσμο των κοριτσιών που εργάζονται στα υπουργεία, στα γραφεία και στα καταστήματα, αλλά αυτή που δίνει τον τόνο μέσα στην σημερινή Αθήνα, που εμφανίζεται ως τύπος -είνε η γυναίκα της Ανατολής. Ο άλλος, ο τύπος της νέας Αθηναίας, ο οποίος είχε αρχίσει να διαπλάσσεται από το κλίμα της Αττικής, χάθηκε μέσα σ' αυτή την πλημμύρα των γυναικών της Ιωνίας και του Βοσπόρου. Κάπου-κάπου βλέπει κανείς μερικές νεαρές γυναίκες αναγλυφικές, ντυμένες με διακριτική κομψότητα, με βλέμμα που κυττάζει από ψηλά, με βάδισμα αργό και περήφανο, ωραίες σιλουέττες που κινούν τον θαυμασμό: είνε αυτές, οι Αθηναίες, αλλά εκτοπισμένες. Οι γυναίκες της Ανατολής κατέχουν σήμερα το πεζοδρόμιο και επιβάλλονται στο γούστο των κοινών με τα ζωηρά τους χρώματα, το αφρώδες δέρμα τους, τις προκλητικές καμπύλες, τα ηδυπαθή μάτια και το κάτι εκείνο το πολύ μελωμένο που αποστάζουν και που φέρνει ένα πλατάγιασμα γλώσσης σ' εκείνους που τις κυττάζουν, -όπως φέρνει το γλύκισμα που ορέγεται κανείς να φάη ή που μόλις το έφαγε...
Κώστας Ουράνης