Το Αρμενικόν ζήτημα
Την Κυβέρνησιν απησχόλει από πολλών μηνών το ζήτημα τούτο. Όπως μας είναι αδύνατον ν' αποκαταστήσωμεν Αρμενίους πρόσφυγας εν Ελλάδι, μας είναι εξ ίσου αδύνατον να εξακολουθήσωμεν περιθάλποντες αυτούς. Τόσον ο υπουργός των Εξωτερικών, δια πολιτικούς λόγους, όσον και δι' άλλους λόγους, ο υπουργός της Κοινωνικής Προνοίας ήσαν κατηγορηματικοί ως προς το ζήτημα τούτο. Ανέπτυξα εν εκτάσει την υπόθεσιν ταύτην εν τω υποβληθέντι υπομνήματί μου.
Εν Αθήναις επεκράτει μεγάλη απαισιοδοξία προ της αναχωρήσεώς μου, επιστεύετο δε ότι επί του προκειμένου ουδέν ήτο δυνατόν να επιτευχθή. Αι μετά της επί των Αρμενικών υποθέσεων επιτροπής διαπραγματεύσεις, αι λαβούσαι χώραν εν Λονδίνω προ τριμήνου, εις ουδέν είχον καταλήξει, παρά τας καλάς προθέσεις, τας οποίας εξεδήλωσε η Ελληνική Κυβέρνησις, ο δε Ν. Πολίτης κατά την εξ Αθηνών διέλευσίν του ουδόλως μου απέκρυψε ότι δεν έβλεπε πιθανότητα ανακινήσεως του ζητήματος τούτου. Αντιθέτως όμως μοι εδόθη ευκαιρία να ανακινήσω το ζήτημα κατά την συνεδρίασιν της 12 Ιουνίου 1924 του Συμβουλίου, καθ' ην υπεβλήθη και συνεζητήθη η επί των Ρώσων και Αρμενίων έκθεσις του υπάτου Αρμοστού. Αν και δεν επρόκειτο περί Ελληνικών υποθέσεων, εζήτησα από το Συμβούλιον όπως με ακούση, όπερ και έγινε αποδεκτόν. Το ζήτημα των Αρμενίων προσφύγων ετέθη προ του Συμβουλίου της Κοινωνίας των Εθνών ως κάτωθι.
1ον) Ο ύπατος αρμοστής Νάνσεν προέτεινεν όπως προσκολληθή η υπάτη Αρμοστεία εις το Διεθνές Γραφείον Εργασίας, δια τον λόγον ότι το ζήτημα, τόσον των Ρώσων, όσον και των Αρμενίων προσφύγων απετέλει, προ παντός σήμερον, ζήτημα εργατικών χειρών. Επί του σημείου τούτου δεν είχον πολλά να είπω. Απλώς μόνον έθεσα εις συνάφειαν, μετά του ταγματάρχου Johnson, αντιπροσώπου του κ. Νάνσεν, τους ημετέρους αντιπροσώπους παρά τω διεθνεί Γραφείω Εργασίας, όπερ συνεδρίαζεν ακριβώς τας ημέρας αυτάς εν Γενεύη.
2ον) ο ύπατος αρμοστής προέτεινε όπως εκδοθώσιν δια τους Αρμενίους πρόσφυγας ειδικά πιστοποιητικά, άτινα να επέχουν θέσιν διαβατηρίου. Απεδέχθην εξ ονόματος της Κυβερνήσεως την πρότασιν ταύτην.
Επωφεληθείς της ευκαιρίας, ανέπτυξα πώς ετίθετο το όλον Αρμενικόν ζήτημα από Ελληνικής απόψεως. Τα διάφορα επιχειρήματά μου ευρίσκονται εν τω απολογισμώ της συνεδρίας της 12 Ιουνίου 1924 του Συμβουλίου, καθώς και εν τω σημειώματί μου, όπερ υπέβαλον την επομένην εις τον ύπατον αρμοστήν και όπερ σημείωμα είναι όμοιον προς το υπό του υπουργού των Εξωτερικών εγκριθέν, εξαιρέσει του σημείου όπερ αφεώρα τας Ηνωμένας Πολιτείας της Αμερικής και το οποίον αφήρεσα, τη αιτήσει του υπάτου αρμοστού.
Δύναμαι να βεβαιώσω ότι αι υπ' εμού δοθείσαι πληροφορίαι κατά την προφορικήν ανάπτυξιν του ζητήματος και αι εν τω υπομνήματί μου τοιαύται επροξένησαν μεγίστην εντύπωσιν. Ουδείς εγνώριζεν ότι η Ελλάς είχεν υποστή τόσον μεγάλας θυσίας χάριν των Αρμενίων, ωμολογήθη δε από όλους ότι δεν ήτο η Ελλάς εις θέσιν ν' αναλάβη την αποκατάστασιν των Αρμενίων προσφύγων, ουδ' ήτο δυνατόν να εγκατασταθούν ούτοι εν Ελλάδι.
Διαρκούσης της συνεδρίας, δύο των μελών του Συμβουλίου, οι αντιπρόσωποι της Βραζιλίας και Ουρουγουάης, εδήλωσαν ότι αι χώραι των ήσαν διατεθειμέναι να δεχθούν Ρώσους και Αρμενίους πρόσφυγας, όπερ το Συμβούλιον έλαβε υπό σημείωσιν, απεφασίσθη δε όπως ο ύπατος αρμοστής συνεννοηθή μετά της Ελληνικής κυβερνήσεως, προς τον σκοπόν όπως οργανωθή υπηρεσία μεταφοράς των Αρμενίων.
Φρονώ ότι το σύνολον των αποφάσεων αποτελεί επιτυχίαν από Ελληνικής απόψεως. Δεν νομίζω βεβαίως ότι θα γίνη άμεσος έναρξις μεταφοράς των Αρμενίων. Υπάρχουν πλείστα ζητήματα, άτινα χρήζουν διακανονισμού. Θέλω υποβάλει εις το υπουργείον σημείωμα επί των επί του προκειμένου συνδιαλέξεών μου μετά των αντιπροσώπων της Βραζιλίας και Ουρουγουάης. Πάντως όμως το ζήτημα έχει πλέον ανακοινωθή και έχει γίνει αποδεκτόν ότι οι Αρμένιοι πρόσφυγες δεν δύνανται να εγκατασταθώσιν εν Ελλάδι.
Υπό το ανωτέρω πνεύμα και εν συνεχεία προς τας υπό του Συμβουλίου ληφθείσας αποφάσεις, απέστειλα την επομένην προς την Κ.Τ.Ε. έγγραφον δια του οποίου επεβεβαίουν την συγκατάθεσίν μας εις τας ληφθείσας αποφάσεις. Το έγγραφον τούτο εβασίζετο τόσον επί του υπό του υπουργού των Εξωτερικών εγκριθέντος υπομνήματος, περί του οποίου ποιούμαι μνείαν ανωτέρω, όσον και επί του προς τον Μοργκεντάου αποσταλέντος τοιούτου υπό του προέδρου του υπουργικού Συμβουλίου, όταν προ τριμήνου ηγέρθη ζήτημα μεταφοράς εις Καύκασον 50.000 Αρμενίων προσφύγων.
Αι ληφθείσαι αποφάσεις συνεπάγονται: 1ον) Προηγουμένην συνεννόησιν μεταξύ των χωρών, εις ας πρόκειται να μεταναστεύσουν οι Αρμένιοι πρόσφυγες, και του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας εις περίπτωσιν καθ' ην τούτο απεδέχετο ν' αναμιχθή εις το ζήτημα αυτό. 2ον) Την εν Θεσσαλονίκη ίδρυσιν γραφείου μεταφοράς των Αρμενίων. Η Κοινωνία των Εθνών θέλει διαθέσει, δαπάναις της, διευθυντήν, η δε Ελληνική Κυβέρνησις αριθμόν τινά υπαλλήλων του υπουργείου, εις την διάθεσιν του διευθυντού. Αι δαπάναι λειτουργίας του γραφείου τούτου θέλουσιν ωσαύτως επιβαρύνει την Ελληνικήν Κυβέρνησιν. 3ον) Τα έξοδα μεταφοράς των προσφύγων θέλουσι βαρύνει εν τινι μέτρω την Ελληνικήν Κυβέρνησιν και μόνον εάν η μεταφορά αύτη ήθελε γίνει δ' Ελληνικών ατμοπλοίων.
Περικλής Αργυρόπουλος, Απομνημονεύματα, Αθήνα, 1970, σσ. 339-341.