[...]
Τέλος μετά το οικτρόν αυτό ταξείδι έφθασα εις Μυτιλήνην εκεί κατά καλήν τύχην μας εγνώρισε κάποιος συγγενής μας και μας εστέγασεν εις το ξενοδοχείον του επί πέντε ημέρας. Κατόπιν μετέβην μετά της θείας μου εις την Σάμον. Εκεί έμεινα πλησίον του αδελφού της μητρός μου, ο οποίος ήτο ιατρός και είχε εγκατασταθεί προ της καταστροφής και περνούσα πολύ καλά. Όσον και αν ήμουν ευχαριστημένη εν τούτοις, εσκεπτόμην ότι πρέπει και εγώ κάτι να μάθω, δια να γίνω ικανή να ζήσω. Δια τούτο απεφάσισα να φύγω με την θείαν μου, ήτις είχεν έλθει εις Σάμον χάριν αναψυχής, να έλθω, μαζί της εις Αθήνας, και να φροντίσωμεν να τακτοποιηθώ. Με αυτήν έμεινα τρεις μήνας πολύ ευχαριστημένη και είχε σκοπόν να με προστατεύση να τελειοποιηθώ εις ένα επάγγελμα. Αλλ’ εγώ δεν ήθελα να είμαι πάντοτε υποχρεωμένη και δια τούτο καθ’ ημέραν εζήτουν μίαν στέγην να μείνω και εκείθεν να φροντίσω, να σπουδάσω. Τότε λοιπόν έμαθα ότι ιδρύθη το Οικοτροφείον Διεθνούς Συνδέσμου Γυναικών υπό τινων κυριών, το οποίον σκοπόν έχει να μορφώνη τα άπορα και φιλομαθή κορίτσια. Το πρότεινα εις την θείαν μου, η οποία αν και πολύ ελυπήθη δι’ αυτό, εν τούτοις τη προτροπή μου εφρόντισε και δια μιας συστατικής επιστολής εις την καλοκάγαθον κ. Γ. με εισήγαγεν αμέσως, όπου και εξακολουθώ να μένω. Σπουδάζω εμπορικά και Λογιστικήν, καθώς και εγχώρια κεντήματα. Εδώ είμαι πολύ ευχαριστημένη, διότι ζω εις μιαν πολυμελή οικογένειαν με καλήν μητέρα την Κ. Αναστασία Βουξάνου, η οποία πάντοτε με παρηγορεί και με συμβουλεύει σαν μια αληθινή μητέρα. Ελησμόνησα προς στιγμήν την λύπην των γονέων μου, πολύ δε περισσότερον ότε έμαθον ότι ο αγαπητός μου αδελφός Νίκος, τον οποίον ενόμιζον ως αποθανόντα, ζη φυλακισμένος. Ευτυχώς και εις την περίπτωσιν αυτήν με εβοήθησεν ο Διεθνής Σύνδεσμος Γυναικών, ο οποίος ενήργησε επανειλημμένως δια του Υπουργείου των Εξωτερικών και απεφυλακίσθη ο αδελφός μου, όστις πρόκειται να έλθη κατ’ αυτάς τας ημέρας. Απερίγραπτος είνε η χαρά μου, όσον φαντάζομαι ότι σε ολίγας ημέρας θα ευρίσκομαι κοντά στον αγαπημένον μου αδελφόν, τον οποίον έχω στερηθή επί δύο ολόκληρα έτη και τα οποία εστοίχισαν για μένα ολοκλήρους νύκτας σκέψεων και δακρύων. Θα συνενώσωμεν την δυστυχίαν μας και θα ζήσωμεν το υπόλοιπον του βίου μας, κάπως ευτυχέστερον αναπληρούντες με αδελφικήν στοργήν μητέρα και πατέρα.
Εν Αθήναις, 15/4/24
Βιργινία Απέργη
Διεθνής Σύνδεσμος Γυναικών, Αυτοβιογραφίαι προσφύγων κοριτσιών, Αθήνα 1926, σ. 15-16.